ΤΟ ΑΚΟΥΣ ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ;

Τ' ακούς, τ' ακούς το φεγγάρι;

Αν είσαι ιδιαίτερα χλωμός
θα το ακούσεις.
Περικλείει παλιούς μου
ακανθώδεις σπασμούς
και μια κάμαρα ασθμαίνουσα, κρύα.
Χωρίς κεριά και άλλα κόλπα αισθητικά.

Τ' ακούς, τ' ακούς το φεγγάρι;

Έρπει υπόκωφο γύρω
απ' τον άμορφο ύπνο σου.
Σπάζει τον ψίθυρο
απορροφά
όνειρα, αναρριχητικά φυτά.

Τρικυμίζει μονάχο.

Τίποτα πια δεν ντύνεται το φως του.
Το βρίσκουνε πεπερασμένο τα δωμάτια
δεν το δέχονται.

Μα εσύ να ακούς
να το ακούς το φεγγάρι
όπως ο ύψιστος άρρωστος
όταν γυρίζει σπίτι
αυτός το ακούει αυτό
που τίποτα δεν είναι
που τίποτα
το παιδαριώδες φως του
πια δεν ντύνει
μα ραδιούργο ξαφνικά
όλα τα συγκεντρώνει.

ποιητική, τχ. 2